Sunday, January 23, 2011

Ο παραλογισμός (;) ενός ονείρου

Είμαι στο αυτοκίνητο δεν ξέρω που βρίσκομαι, από που έρχομαι και που πάω. Οδηγώ και επιχειρώ να περάσω πολύ αργά είναι η αλήθεια από ένα δρόμο που έχει δεξιά και αριστερά δύο ορθογώνια τοιχεία τσιμέντου με διαγώνια αντανακλαστικά για να φαίνονται μέσα στη νύχτα. ϊσα ίσα επαρκει το περιθώριο για να χωρέσει το αυτοκίνητο.
Τριγύρω στα πεζοδρόμια κάποιοι κάθονται σε τραπεζάκια και απολαμβάνουν την ησυχία του σούρουπου και τη δροσιά της χύχτας πίνοντας κανά ποτό και συνοδεύοντας το με μεζέ.
Πάνω στο ένα τοιχείο ένα πιτσιρίκι, χοροπηδά και καθώς πάω να περάσω προσεκτικά με το αυτοκίνητο μην το ξύσω δεξιά ή αριστερά αργά αργά πιο αργά, το παιδί αιωρείται το μισό πάνω από το δρόμο έχοντας κάνει το σώματου τεντωμένο τόξο με χορδή την κολώνα με το μπλέ σήμα με το λευκό διαγώνιο βέλος. Υποχρεωτική πορεία ανάμεσα. Το αυτοκίνητο κινείται απελπιστικά αργά ακόμα πιο αργά και ΓΚΡΑΠ ο προφυλακτήρα βρίσκει πάνω στο τοιχείο.
Το παιδί ατάραχο συνεχίζει να κάνει τα δικάτου. Οι συνδετημόνες κοιτούν με ενδιαφέρον τα μπινελίκια που ρίχνω μέσα στο κλειστό αυτοκίνητο. Κάνω απίστευτα εκνευρισμένος λίγο όπισθεν, άλλωστε εγώ θα πληρώσω τον προφυλακτήρα και όχι το κωλόπαιδο ή οι γονείς του, ΄πάω να ξαναπεράσω, το παιδί σταθερά πάνω στο τοιχείο δεν λέει να φύγει. Ανοίγω το παράθυρο και φωνάζω ΦΥΓΕ ΑΠΟ ΚΕΙ ΡΕ ΚΩΛΟΠΑΙΔΟ. το παιδί πάει και χώνεται κάπου σφεντόνα. Χωρίς αυτή την έγνοια καταφέρνω και περνώ το εμπόδιο χωρίς άλλα παρατράγουδα.
Το παράθυρο είναι λίγο ανοιχτό, το ανοίγω και άλλο και φωνάζω στους συνδετημόνες, "ΤΙΝΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΑΙΔΙ;" Δεν είχα όρεξη για φασαρίες αλλά ο εκνευρισμός δεν λέει να κοπάσει. Σηκώνεται κάποιος από την παρέα βαριεστημένα και κρατώντας κάτι, το ποτό του; Δεν δίνω σημασία.
"Τι είπες;" "Τίνος είναι το παιδί ρώτησα." του λέω σε πιο ήρεμο τόνο. "Δικό μου, γιατί;" ανταπαντά. "Κοίτα να δεις," του λέω "Δεν υπήρχε περίπτωση να το πατούσα, αλλά δεν είναι ο δρόμος χώρος για παιχνίδια, δεν νομίζεις;"
Πλησιάζει κι άλλο εκείνος προς το παράθυρο και τότε τινάζει το χέρι του και μια μυρωδιά οινοπνεύματος με κατακλείζει. Ενώ στο άλλο κρατά έναν αναπτήρα.
ΤΟ ΚΑΘΙΚΙ σκέφτομαι θέλει να με κάψει ζωντανό! ΚΑΛΑ ΔΕΝ ΑΚΟΥΣΕ ΤΙ ΤΟΥ ΕΙΠΑ;
Ανοίγω τη πόρτα με φόρα και αυτή χτυπά το χέρι του με τον αναπτήρα πετάγοντας τον στη διπλνή σχάρα ομβρίων.
"Καλά" του λεω "Τι πας να κάνεις; Δεν άκουσες τι σου είπα; Δεν είναι ο δρόμος για να παίζουν παιδιά, δεν καταλαβαίνεις;" Αυτός, αμίλητος κάνει αργά μεταβολή και προχωρά προς το σπίτι στην γωνία. Εγώ τον κοιτώ σύξυλος και τότε μου έρχεται! Πάει να φέρει αναπτήρα. Μπαίνω στο αυτοκίνητο κλείνω το παράθυρο και ρίχνοντας μια ματιά στους άλλους τριγύρω που έχω ξεχάσει, τους βλέπω να δείχνουν συγκρατημένο ενδιαφέρον, χωρίς να αποσπούν ιδιαίτερα την προσοχή τους από τα μεζεκλίκια. Σχεδόν απαθείς! Βάζω πρώτη, και πατώ το γκάζι καθώς καλώ στο τηλέφωνο το 112 ενώ προσπαθώ να συγκρατήσω το όνομα του δρόμου. ΚΕΑΣ. Αντί να κάνω ευθεία στρίβω αριστερά με σκοπό να κυκλώσω το τετράγωνο. Καθώς ζητώ να μου στείλουν περιπολικό στην οδό ΚΕΑΣ και εκεί ανοίγω με αγωνία τα μάτια και ορμώ στο πληκτρολόγιο για να καταγράψω αυτό το τόσο ζωντανό όνειρο.
Θυμάμαι την είδηση πριν από μερικές εβδομάδες που μου είχε φανεί τόσο παράλογη, οδηγός που παρέσυρε και σκότωσε παιδάκι σε ποδήλατο υπό την επήρεια αλκοόλ, έκανε μήνυση εναντίον των γονιών για αμέλια ανηλίκου που το αφήσαν να οδηγεί στο δρόμο.
Τι να'ναι πάλι τούτο; Προειδοποιηση για τις οδηγικές μου συνήθειες, τα νεύρα μου μέσα στο αυτοκίνητο; Άλλου είδους άγχος;

No comments:

Post a Comment