Το σωτήριον έτος 1989 μετακομίσαμε από την περιοχή που νοικιάζαμε για να πάμε επιτέλους στο νέο καταδικό μας σπίτι και να πληρώνουμε πλέον "νοίκι" στην τράπεζα για το δάνειο. Παράπλευρη απώλεια αυτού ήταν ότι έπρεπε να αφήσω τους φίλους που είχα κάνει στο Προσκοπικό σύστημα στο οποίο ήμουν γραμμένος αλλά το κακό ήταν μικρό αφού υπήρχε άλλο σύστημα κοντά στο νέο μας σπίτι.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι σε κάθε εθνική εορτή, μας έβγαζαν έξω στους δρόμους που δεν είχαν χτιστεί ακόμα και είχαν αλάνες γύρω γύρω και πήζαμε στις πρόβες. Ψηλά τα χέρια, κοίτα τον διπλανό, στοιχίσου, και λοιπές εντολές ηχούν ακόμα στα αυτιά μου. Θυμάμαι ότι για κάνα δυό μήνες κάθε σαββατοκύριακο αντί να παίζουμε την ώρα που κανονικά θα περνάγαμε στην εστία, λιώναμε τις σόλες μας στο βήμα.
Το αποτέλεσμα βέβαια ήταν ότι τη μέρα της παρέλασης ήμασταν εξίσου καλοί με παιδιά του σχολείου που προπονούνταν πιθανόν το ίδιο τακτικά. Γίνονταν μια δουλειά και είχε το προσδοκώμενο αποτέλεσμα.
Στο νέο σύστημα όμως τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Σε κάθε επέτειο κανείς δεν έδινε φράγκο για την παρέλαση. Απλά τη σωστή μέρα, μαζευόμασταν στην πλατεία μπαίναμε σε σειρά για πρώτη φορά και μετά από δυό τρεις συμβουλές και αφού ξεροσταλιάζαμε καμιά ώρα περιμένοντας την εκκίνηση, παρελαύναμε. Το αποτέλεσμα; Επιεικώς οικτρό.
Μια δυο τρεις φορές, κάποια στιγμή επαναστάτησα. Όχι γιατί είμαι στρατόκαυλος ή εθνικιστής, αλλά αν είναι να το κάνουμε να το κάνουμε σωστά, να προπονηθούμε και να έχουμε όμορφη παρουσία. Κανείς δεν έδωσε δεκάρα. Αρχηγοί, υπαρχηγοί και προσκόπια μαζί.
Οπότε δεν παρέλασα ποτέ ξανά. Και δεν νομίζω ότι είναι απαραίτητη η συνέχιση αυτής της πρακτικής. Και τα παραληρήματα του κ βουλευτή Βορίδη με αφήνουν παγερά αδιάφορο.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι σε κάθε εθνική εορτή, μας έβγαζαν έξω στους δρόμους που δεν είχαν χτιστεί ακόμα και είχαν αλάνες γύρω γύρω και πήζαμε στις πρόβες. Ψηλά τα χέρια, κοίτα τον διπλανό, στοιχίσου, και λοιπές εντολές ηχούν ακόμα στα αυτιά μου. Θυμάμαι ότι για κάνα δυό μήνες κάθε σαββατοκύριακο αντί να παίζουμε την ώρα που κανονικά θα περνάγαμε στην εστία, λιώναμε τις σόλες μας στο βήμα.
Το αποτέλεσμα βέβαια ήταν ότι τη μέρα της παρέλασης ήμασταν εξίσου καλοί με παιδιά του σχολείου που προπονούνταν πιθανόν το ίδιο τακτικά. Γίνονταν μια δουλειά και είχε το προσδοκώμενο αποτέλεσμα.
Στο νέο σύστημα όμως τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Σε κάθε επέτειο κανείς δεν έδινε φράγκο για την παρέλαση. Απλά τη σωστή μέρα, μαζευόμασταν στην πλατεία μπαίναμε σε σειρά για πρώτη φορά και μετά από δυό τρεις συμβουλές και αφού ξεροσταλιάζαμε καμιά ώρα περιμένοντας την εκκίνηση, παρελαύναμε. Το αποτέλεσμα; Επιεικώς οικτρό.
Μια δυο τρεις φορές, κάποια στιγμή επαναστάτησα. Όχι γιατί είμαι στρατόκαυλος ή εθνικιστής, αλλά αν είναι να το κάνουμε να το κάνουμε σωστά, να προπονηθούμε και να έχουμε όμορφη παρουσία. Κανείς δεν έδωσε δεκάρα. Αρχηγοί, υπαρχηγοί και προσκόπια μαζί.
Οπότε δεν παρέλασα ποτέ ξανά. Και δεν νομίζω ότι είναι απαραίτητη η συνέχιση αυτής της πρακτικής. Και τα παραληρήματα του κ βουλευτή Βορίδη με αφήνουν παγερά αδιάφορο.
No comments:
Post a Comment